Καρταμόννω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μ (Greeklish variables name replaced)
μ (Greeklish variables name replaced)
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Καρταμόννω  
   |acronym= Καρταμόννω  
   |etymology_gr= από το «κάρδαμο», δυναμωτικό και υγιεινό φυτό
   |etymology= από το «κάρδαμο», δυναμωτικό και υγιεινό φυτό
   |semantics_gr= αναρρώνω, παίρνω πάνω μου, δυναμώνω μετά από ασθένεια
   |semantics= αναρρώνω, παίρνω πάνω μου, δυναμώνω μετά από ασθένεια
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 15:43, 22 Ιανουαρίου 2024

Καρταμόννω
Ετυμολογία από το «κάρδαμο», δυναμωτικό και υγιεινό φυτό
Σημασιολογία αναρρώνω, παίρνω πάνω μου, δυναμώνω μετά από ασθένεια

Ετυμολογία

από το «κάρδαμο», δυναμωτικό και υγιεινό φυτό

Σημασιολογία

αναρρώνω, παίρνω πάνω μου, δυναμώνω μετά από ασθένεια

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).