Φατσελλώνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μ (Greeklish variables name replaced)
μ (Greeklish variables name replaced)
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Φατσελλώνω  
   |acronym= Φατσελλώνω  
   |etymology_gr= από το «σφάκελος» = σοβαρή γάγγραινα, νέκρωση
   |etymology= από το «σφάκελος» = σοβαρή γάγγραινα, νέκρωση
   |semantics_gr= μωλωπίζω, ματώνω
   |semantics= μωλωπίζω, ματώνω
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 16:00, 22 Ιανουαρίου 2024

Φατσελλώνω
Ετυμολογία από το «σφάκελος» = σοβαρή γάγγραινα, νέκρωση
Σημασιολογία μωλωπίζω, ματώνω

Ετυμολογία

από το «σφάκελος» = σοβαρή γάγγραινα, νέκρωση

Σημασιολογία

μωλωπίζω, ματώνω

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).