Δκιασιέλισμαν: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Δκιασιέλισμαν (το) |etymologia= |simasiologia= όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχε...') |
Eleni Krekou (talk | contribs) No edit summary |
||
Line 2: | Line 2: | ||
|acronym= Δκιασιέλισμαν (το) | |acronym= Δκιασιέλισμαν (το) | ||
|etymologia= | |etymologia= | ||
|simasiologia= όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της | |simasiologia= όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της [Άτσαλη] δρασκελίσει ένα μωρό, και επιφέρει χρόνια αρρώστια του μωρού | ||
|proelefsi= | |proelefsi= | ||
}} | }} | ||
Line 12: | Line 12: | ||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== | ||
όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της | όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της [Άτσαλη] δρασκελίσει ένα μωρό, και επιφέρει χρόνια αρρώστια του μωρού | ||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== |
Revision as of 09:57, 27 April 2018
Δκιασιέλισμαν (το) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της [Άτσαλη] δρασκελίσει ένα μωρό, και επιφέρει χρόνια αρρώστια του μωρού
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις