Σκουλαμέντο: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σκουλαμέντο (το) |etymologia=από το Ιταλικό «scolamento» |simasiologia= βλεννόρροια |proelefsi= }} __...') |
Eleni Krekou (talk | contribs) No edit summary |
||
Line 15: | Line 15: | ||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== | ||
H [[ | H [[Μαλαβράντζα]] διαφέρει από το σκουλαμέντο διότι «η μαλαφράντζα κάμνει φουσκαλίδες άσπρες και σπάζουν και τρέχουν νερόν. Το δε σκουλαμέντο είναι όταν πονεί ο αυλός πολλά και τρέχει έμπιον» ([[Μητροφάνους Ιατροσοφικόν]]) | ||
==Μέρος του Λόγου== | ==Μέρος του Λόγου== |
Revision as of 08:22, 17 May 2018
Σκουλαμέντο (το) |
---|
Ετυμολογία
από το Ιταλικό «scolamento»
Σημασιολογία
βλεννόρροια
Παραδείγματα
H Μαλαβράντζα διαφέρει από το σκουλαμέντο διότι «η μαλαφράντζα κάμνει φουσκαλίδες άσπρες και σπάζουν και τρέχουν νερόν. Το δε σκουλαμέντο είναι όταν πονεί ο αυλός πολλά και τρέχει έμπιον» (Μητροφάνους Ιατροσοφικόν)
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις