Σακκοράφα

From Digital Cyprus
Revision as of 13:44, 11 May 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σακκοράφα (η) |etymologia= |simasiologia= το μεγάλο σουβλί με το οποίο έραβαν τους σάκους |...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Σακκοράφα (η)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

το μεγάλο σουβλί με το οποίο έραβαν τους σάκους

Παραδείγματα

Το χρησιμοποιούσαν οι πρακτικοί για να τρυπούν πυώδεις συλλογές (καρφίτες κ.λπ.), για παροχέτευση του πύου

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις