Τζ̌ορόττο

From Digital Cyprus
Revision as of 11:40, 14 May 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Τζ̌ορόττο (το) |etymologia= |simasiologia= αλοιφή, επίθεμα για πληγές, έμπλαστρον |proelefsi= }}...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Τζ̌ορόττο (το)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

αλοιφή, επίθεμα για πληγές, έμπλαστρον

Παραδείγματα

  • «τζορρόττο μαύρον»
  • «τζ̌ορόττο διά τας πληγάς και δυσκολοϋατρεύτους γιαράδες»
  • «τζ̌ορόττον θαυμάσιον»

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Τζ̌ιρόττο

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις