Φάουσα

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πρότυπο:Word

Ετυμολογία

από το αρχαίο φάγουσα

Σημασιολογία

ο καρκίνος,ασθένεια/ χρησιμοποείται και ως κατάρα

Παραδείγματα

Φάουσα να βκάλεις!

Μέρος του Λόγου

Ουσιαστικό, γένους θυλικού

Συγγενικές Λέξεις

φαουσιάζω (καταβροχθίζω με λαιμαργία), το φαούσιασμαν, ο φαουσιάρης

Συνώνυμα