Ανακουτρεύκω

From Digital Cyprus
Revision as of 21:44, 8 March 2018 by Georgiashiaelou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ανακουτρεύκω |etymologia= |simasiologia= ερευνώ διεξοδικά |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== α...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Ανακουτρεύκω




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

από το «κούτρα» = κεφαλή, δηλ. το ανακάτωμα των τριχών της κεφαλής για να ανακαλυφθούν οι ψείρες.

Σημασιολογία

ερευνώ διεξοδικά

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις