Σσωτζ̌ούμαι

Από Digital Cyprus
Αναθεώρηση ως προς 09:12, 14 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σσωτζ̌ούμαι |etymologia= από το «έσω καίομαι» ή από το «έσω κείμαι»= κείτομαι μέσα σ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Σσωτζ̌ούμαι

Ετυμολογία

από το «έσω καίομαι» ή από το «έσω κείμαι»= κείτομαι μέσα στο στρώμα μου

Σημασιολογία

υποφέρω από μέσα, έχω πληγή, βασανίζομαι από νόσο

Παραδείγματα

«Έσ̌ει που τότες που 'ππεσεν γλωμή τζ̌αι μουρρωμένη, με συντηχάννει, με νοά, 'σσωτζ̌έται τζ̌αι κογκολοά, ψις τζ̌' εν έσ̌ει πκιον νόησιν ό,τι κακόν τζ̌ι αν ένι» (Από το ποίημα Γριστός Ανέστη του Δρα Κώστας Μαρκίδης, Λευκωσία, Κύπρος 1960)

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).