Βίλλα

Από Digital Cyprus
Αναθεώρηση ως προς 15:51, 18 Ιανουαρίου 2024 από τον Pradeau (συζήτηση | συνεισφορές) (Greeklish variables name replaced)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Βίλλα, (η)

Ετυμολογία

από το λατινικό «villa» = προεξοχή.

Σημασιολογία

το πέος.

Παραδείγματα

«Έλα βιλλούιν μου να σε χαρώ»

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Βίλλος (βιλλίν, το) είναι και το μικρό αρσενικό παιδί.

«Βιλλιάζω» = έρχομαι σε συνουσία, γαμώ.

Συνώνυμα

βίλλος (ο)= το πέος

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).