Σύγκαμμαν

Από Digital Cyprus
Αναθεώρηση ως προς 16:13, 18 Ιανουαρίου 2024 από τον Pradeau (συζήτηση | συνεισφορές) (Greeklish variables name replaced)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Σύγκαμμαν (το)

Ετυμολογία

από το «καίομαι»

Σημασιολογία

η φλεγμονή του δέρματος, ιδίως ανάμεσα στα σκέλη

Παραδείγματα

Θεραπεία (για σύγκαμα των μωρών): «Παίρνεις κλώνους μυρσίνης, τους ξεραίνεις και τους κουπανίζεις, τους περνάς απο τη τατσιά να γίνουν σκόνη και με την πούδρα αυτή ραντίζεις τα σκέλη τους» (Μητροφάνους Ιατροσοφικόν)

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).