Λαόμουζη

Από Digital Cyprus
Αναθεώρηση ως προς 11:02, 3 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Λαόμουζη (η) |etymologia= από το «λάδι» + «μούζη» |simasiologia= μούζη (αιθάλη) από λάδι και...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Λαόμουζη (η)

Ετυμολογία

από το «λάδι» + «μούζη»

Σημασιολογία

μούζη (αιθάλη) από λάδι και βαμβάκι τηγανισμένα σε τσίγκινο πιάτο

Παραδείγματα

Το χρησιμοποιούσαν με το δάκτυλο σαν αντισηπτικό στα νεογέννητα βρέφη, και για τα ζώα μετά από ευνουχισμό

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).