Αρμυρόφλεγμα

Αναθεώρηση ως προς 15:50, 18 Ιανουαρίου 2024 από τον Pradeau (συζήτηση | συνεισφορές) (Greeklish variables name replaced)
Αρμυρόφλεγμα (το)

Ετυμολογία

Τουρκικά «τουσλήμ-πακκάμιν

Σημασιολογία

ο κακοήθης έρπης

Παραδείγματα

«ετούτη η ασθένεια γίνεται εις το δέρμα ωσάν σπυριά μαύρα ή άσπρα πυκνά πυκνά και έχουν φαγούραν» (Γλωσσάριον Ερωτοκρίτου, και Μαχαιρά).

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

αλμυρόφλεγμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).