Δκιάβασμαν
Δκιάβασμαν (το) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
η πράξη διαβάσματος ευχών ή εποδών από βιβλία για να θεραπευτεί ο ασθενής
Παραδείγματα
- «Επήεν ο Γιαννής τζ̌' εδκιάβασεν του ο παπάς δκιαβαστικόν, τζ̌' έγιανεν».
- Κατάρα: «Να σου πει ο Χότζ̌ιας της Μαλακτής» (δηλ. εύχομαι να αρρωστήσεις και να αναγκαστείς να πάεις στο Χότζια να σου διαβάσει μαγείες. Η Μαλακτή είναι περιοχή της Λάρνακας κοντά στη τζαμί του Αγίου Λαζάρου).
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
δκιαβαστικόν (το)= οι ίδιες οι ευχές ή βιβλίο το οποίο περιέχει αυτές τις ευχές
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).