Έλαντρος

Αναθεώρηση ως προς 15:55, 18 Ιανουαρίου 2024 από τον Pradeau (συζήτηση | συνεισφορές) (Greeklish variables name replaced)
Έλαντρος (ο)

Ετυμολογία

από το «γέρος» και «άντρας»

Σημασιολογία

ο αιωνόβιος

Παραδείγματα

«Αμμά 'ξερε πως ίλαντρον όντας κοπεί καβάτζ̌ιν, τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσ̌ια παραπούλλια»,Βασίλη Μιχαηλήδη, από την 9η Ιουλίου

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Ίλαντρος

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).