Έλαντρος
Έλαντρος (ο) | |
---|---|
Ετυμολογία | από το «γέρος» και «άντρας» |
Σημασιολογία | ο αιωνόβιος |
Ετυμολογία
από το «γέρος» και «άντρας»
Σημασιολογία
ο αιωνόβιος
Παραδείγματα
«Αμμά 'ξερε πως ίλαντρον όντας κοπεί καβάτζ̌ιν, τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσ̌ια παραπούλλια»,Βασίλη Μιχαηλήδη, από την 9η Ιουλίου
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Ίλαντρος
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).