Σκλάβωμα

Αναθεώρηση ως προς 15:56, 22 Ιανουαρίου 2024 από τον Pradeau (συζήτηση | συνεισφορές) (Greeklish variables name replaced)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Σκλάβωμα (το)
Σημασιολογία Οι γονείς κάποιου παιδιού που έπασχε από λάβημα (έλαβε), λάωμα, κοινώς σεληνιασμός, επιληψία, έτασσαν το παιδί τους όταν μεγαλώσει να υπηρετήσει στο μοναστήρι για ένα – δύο χρόνια ως υπηρέτης (σκλάβος) του Απ. Ανδρέα. Στη διάρκεια της θητείας του στο μοναστήρι ο υπηρέτης φορούσε γύρω από τον τράχηλό του το «κουλούριον», ένα είδος χάλκινου ή ασημένιου χαλκά που συμβόλιζε ότι το άτομο ήταν υπηρέτης-σκλάβος του Αγίου

Ετυμολογία

Σημασιολογία

Οι γονείς κάποιου παιδιού που έπασχε από λάβημα (έλαβε), λάωμα, κοινώς σεληνιασμός, επιληψία, έτασσαν το παιδί τους όταν μεγαλώσει να υπηρετήσει στο μοναστήρι για ένα – δύο χρόνια ως υπηρέτης (σκλάβος) του Απ. Ανδρέα. Στη διάρκεια της θητείας του στο μοναστήρι ο υπηρέτης φορούσε γύρω από τον τράχηλό του το «κουλούριον», ένα είδος χάλκινου ή ασημένιου χαλκά που συμβόλιζε ότι το άτομο ήταν υπηρέτης-σκλάβος του Αγίου

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).