Ψώρα

Αναθεώρηση ως προς 16:02, 22 Ιανουαρίου 2024 από τον Pradeau (συζήτηση | συνεισφορές) (Greeklish variables name replaced)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Ψώρα (η)
Σημασιολογία δερματική πάθηση, λέπρα

Ετυμολογία

Σημασιολογία

δερματική πάθηση, λέπρα

Παραδείγματα

  • «Γίνωσκε ότι το πάθος της ψώρας και της λειχήνας και της λέπρας είναι όμοιον» (Μητροφάνους Ιατροσοφικόν).
  • «Αντάν ψωρκάσει ο γείτος σου τζ̌αι σου βοτάνιν γύρευκε», φρ. = ό,τι κακό πάθει ο γείτονας σου μπορεί να σε προσβάλει και εσένα, γι' αυτό πρέπει να είσαι προετοιμασμένος.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).