Εύης Γαβριηλίδης
Ο Εύης Γαβριηλίδης, με την πενηντάχρονη θητεία του στο σανίδι, είναι η ζωντανή ιστορία του σύγχρονου κυπριακού θεάτρου. Ζει με τη σύντροφο της ζωής του, τη μεγάλη ηθοποιό Τζένη Γαϊτανοπούλου.
{{{acronym}}} | |
---|---|
Real Name | {{{real_name}}} |
Properties | {{{properties}}} |
Presence | {{{presence}}} |
Awards | {{{awards}}} |
Type of Art | {{{art_type}}} |
Προσωπικά Στοιχεία | |
Γεννήθηκε | {{{born}}} |
Πέθανε | {{{died}}} |
Τόπος Γέννησης | {{{place_of_birth}}} |
Εθνικότητα | Κύπριος |
Σύζυγος | Τζένη Γαϊτανοπούλου |
Σπουδές | Σχολή Κάρολου Κουν της Αθήνας, Goodman College του Σικάγο |
Οι Ρίζες του
Γεννήθηκε στην Πάφο το 1929, τη χρονιά που είχε μετατεθεί εκεί ο πατέρας του ως καθηγητής.
Σπουδές
Ο πατέρας του δεν είχε ένσταση όταν του είπε ότι θέλει να ασχοληθεί με το θέατρο. Του συνέστησε βέβαια – και πολύ σωστά – να σπουδάσει και κάτι πιο σίγουρο, μήπως χρειαστεί για να επιβιώσει. Έτσι ξεκίνησε οδοντιατρική στην Αθήνα, παράλληλα με το θέατρο, δίπλα στον Καραντινό. Στα δύο χρόνια πέθανε ο πατέρας του και αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στην Κύπρο, όπου δούλεψε σε διάφορες δουλειές, ως σερβιτόρος, ταξιθέτης, ακόμα και επιστάτης σε εργοστάσιο αναψυκτικών, για να μαζέψει χρήματα και να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Αθήνα. Στους έξι μήνες, τον φώναξε ο υπεύθυνος του εργοστασίου και του είπε: «Εύη, φίλε μου, θα σε απολύσω γιατί αντί να προσέχεις τους εργάτες να κάνουν σωστά τη δουλειά, τους μαζεύεις για να κάνετε θέατρο». Γύρισε λοιπόν στην Αθήνα και τέλειωσε τη σχολή του Κουν.
Η αρχή της καριέρας του
Βρήκε αμέσως δουλειά, πρώτα με τον Καρούσο, μετά με τον Αδαμάντιο Λαιμό που κάνανε περιοδείες μέχρι και το Χαρτούμ, περνώντας και από την Κύπρο. Συγκέντρωσε έτσι αρκετά χρήματα, ώστε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Ενώ δούλευε στην Κύπρο ως ηθοποιός, δοκίμασε τις δυνάμεις του στη σκηνοθεσία. Ετοιμάζοντας ένα αμερικανικό έργο, το «Βαθιές είναι οι ρίζες», ένιωσε ότι εκφραζότανε καλύτερα στο θέατρο ως σκηνοθέτης. Αισθανόταν πως δεν ήταν τόσο καλός ηθοποιός, είχε πρόβλημα να θυμάται λόγια και λόγο αυτού βασανιζότανε πάρα πολύ. Γι' αυτόν η γοητεία και η χαρά της σκηνοθεσίας ήταν μεγαλύτερη.
Μετέπειτα σπουδές
Με τα λεφτά που είχε μαζέψει από την Κύπρο, πήγε κατ’ αρχήν στο Λονδίνο, σπουδάζοντας εκεί ένα χρόνο και είχε την τύχη να πάρει το βραβείο σκηνοθεσίας εκείνης της χρονιάς. Στη συνέχεια, αξιοποιώντας κάποιες επαφές του με την Αμερική, γράφτηκε αρχικά σε σχολή σκηνοθεσίας στο Πίτσμπουργκ. Κι ενώ σταμάτησε για μια εβδομάδα στη Νέα Υόρκη, βρίσκει εκεί το θίασο του Λαιμού με τη Ρίκα τη Διαλινά, η οποία είχε παντρευτεί έναν πλούσιο Ελληνοαμερικανό, που της είχε φτιάξει ένα θεατρικό χώρο στο κέντρο της πόλης, για να δίνει παραστάσεις. Το Πίτσμπουργκ δεν τον είδε ποτέ γιατί άρχισε να δουλεύει μαζί τους ως ηθοποιός το βράδυ, ενώ τα πρωινά παρακολουθούσε μαθήματα σε τρεις σχολές. Σκηνοθεσία τηλεόρασης, από όπου πήρε το δίπλωμα του, ως παρατηρητής στο Actors Studio, όπου τον πήρε ο Ηλία Καζάν, και μαθήματα σε μια ακόμα υπέροχη δραματική σχολή, παρακολουθώντας όσο περισσότερο θέατρο μπορούσε. Για να έχει ένα χαρτί επιβεβαίωσης των σπουδών του πήγε στο Goodman College στο Σικάγο, από όπου έφυγε με μεταπτυχιακό δίπλωμα σκηνοθεσίας θεάτρου.
Συνέχεια της καρίερας του
Πήγε πρώτα στην Αθήνα, όπου δούλεψε σαν δάσκαλος σε δραματικές σχολές, σκηνοθέτησε ένα έργο με την Αναλυτή και τον Ρηγόπουλο και είχε την τύχη να κάνει και ένα με το Δημήτρη Χορν και τον «Κοζάκο». Δούλεψε κάποια χρόνια στην Αθήνα, έχοντας στο μυαλό του πάντα την επιστροφή στην Κύπρο.
Στην Κύπρο, δουλεύοντας στο ΡΙΚ, γνώρισε την Τζένη, που ερχόταν από την Παλαιστίνη σε συγγενείς εδώ και έκανε στο ραδιόφωνο παιδικά προγράμματα και θέατρο.
Εκείνη την περίοδο στο ΡΙΚ γινόταν και η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για σύγχρονο θέατρο. Με μια ομάδα που προερχόταν κυρίως από τη σχολή του Κουν νοικιάσανε το δικό τους χώρο.
Το 1959 πρωτοξεκίνησε τη συνεργασία του ως σκηνοθέτης με το ραδιόφωνο και την τηλεόραση του ΡΙΚ. Ο διορισμός του στο ΡΙΚ ως σκηνοθέτης της τηλεόρασης και υπεύθυνος καλλιτεχνικών προγραμμάτων τον έφερε σε επαφή με τον Αντρέα Χριστοφίδη, διευθυντή τότε του ΡΙΚ, και το Χαρίλαο Παπαδόπουλο, διευθυντή του ραδιοφώνου. Αναπτύχθηκε μια θερμή φιλία, κυρίως, επειδή ο Χριστοφίδης ήταν ερωτευμένος με το θέατρο. Με την προτροπή του Έυη και τη δική του δημιουργική αφοσίωση φτιάξανε το θεατράκι του ΡΙΚ. Σε αυτό το χώρο το 1969 ξεκινάνε να ανεβάζουνε έργα και περνάνε έτσι δύο δημιουργικότατα χρόνια. Η αρχική ομάδα είχε μέλη τους το Νίκο Χαραλάμπους, Δέσποινα Μπεμπεδέλη, Στέλιο Καυκαρίδη, Τζένη Γαϊτανοπούλου, Ανδρέα Μιχαηλίδη, Ανδρέα Μαραγκό, Ανδριανή Μαλένη, Φώτο Φωτιάδη και λίγο αργότερα δύο Ελλαδίτες, τον Τάκη Βουτέρη και την Κατερίνα Καραγιάννη. Επίσης, βοηθός σκηνοθέτης ήταν ο Τάσος Αναστασίου και υπεύθυνος για τα σκηνικά-κουστούμια ο Στέφανος Αθηαινίτης.
Ανέβηκαν έξι έργα κάθε χρόνο, σύνολο 12, εκ των οποίων τα δέκα οπτικογραφήθηκαν για την τηλεόραση και εστάλησαν και στην Ελλάδα, από όπου είχανε πολύ θερμές κριτικές.
Τα έργα αυτά θεωρούνται μέχρι σήμερα πρότυπα, γιατί ο Έύης Γαβριηλίδης ακολούθησε μια σωστή τηλεοπτική γραμματική, που τότε ακόμα στην Ελλάδα δεν την γνώριζαν. Ήταν η γνώση που πήρε στην Αμερική που τον βοήθησε.
Το θεατράκι του ΡΙΚ
Το 1969-71 ιδρύει και ηγείται ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής στο Θεατράκι του Ρ.Ι.Κ. που γίνεται ο προάγγελος του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (Θ.Ο.Κ.). Το θεατράκι του ΡΙΚ είχε πλαισιωθει και με άλλους ηθοποιούς όπως το Βλαδίμηρο Καυκαρίδη, το Χάρη Παναγιώτου, το Θάνο Πετεμερίδη και τους νεότερους Αντώνη Κατσαρή, Ευτύχιο Πουλαΐδη, Σπύρο Σταυρινίδη, καθώς επίσης και άλλους ανάλογα με τις ανάγκες των έργων. Όλοι δουλεύανε σκληρά και οι ηθοποιοί με ελάχιστα λεφτά και υποχρέωση έπρεπε να κάνουν επιπλέον και ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαφημίσεις, τα πάντα.
Κάποια στιγμή η πολιτεία, βλέποντας ότι υπήρχε το ανθρώπινο δυναμικό για να συστήσει ένα κρατικό θέατρο, κάλεσε τον Τάκη Μουζενίδη να μελετήσει τη δημιουργία του ΘΟΚ. Όταν συστάθηκε ο ΘΟΚ, το συζητήσαμε με τον Χριστοφίδη, ο οποίος είπε να αφήσουμε τα παιδιά να πλαισιώσουν το νέο θεατρικό οργανισμό.
ΘΟΚ: Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου
Διορίστηκε διευθυντής στο ΘΟΚ το 1975 και η θητεία του κράτησε 13 χρόνια.Παράλληλα με τα διευθυντικά του καθήκοντα σκηνοθέτησε αρκετά έργα, σε κλασικές κυρίως παραστάσεις.