Κάστρο της Κερύνειας
Το Κάστρο της Κερύνειας βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του γραφικού λιμανιού της πόλης της Κερύνειας στην Κύπρο.
Ιστορία
Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο Michael Katzev από το πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας (Η.Π.Α.). Η ομάδα και οι συνεργάτες του Michael Katzev χρειάστηκαν πέντε περίπου χρόνια για να καταφέρουν να ανελκύσουν και να συντηρήσουν το ναυάγιο. Το καράβι συναρμολογήθηκε στο κάστρο της τουρκοκρατούμενης σήμερα Κερύνειας, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα. Επικεφαλής των εργασιών συναρμολόγησης ήταν ο καθηγητής Richard Steffy, ειδικός απεσταλμένος της UNESCO προς το Τμήμα Αρχαιοτήτων.
Περιγραφή Καραβιού
Το μήκος του αρχαίου καράβιού ήταν 14,75 μέτρα και πλάτος 4,30 μέτρα και ταξίδευε από τα νησιά του Αιγαίου ή τα παράλια της Ιωνίας και έφτανε μέχρι την Κύπρο και πιθανόν και τη Συρία. Το ταξίδι του καραβιού υπολογίζεται οτι έγινε μέσα του 4ου αι. π. Χ. περίπου, κατά την εποχή δηλαδή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των διαδόχων του.
Το καράβι της Κερύνειας ειναι παρα πολυ σημαντικό διότι είναι ίσως το καλύτερα διατηρημένο καράβι του τέλους της κλασικής περιόδου του ελληνικού πολιτισμού που έχει βρεθεί ποτέ. Το φορτίο των αμφορέων και το προστατευτικό στρώμα της άμμου βοήθησαν στο να διατηρήθει το 75% του ξύλινου σκαριού του εμπορικού αυτού καραβιού όπως επίσης εχουν διατηρηθεί στοιχεία όπως: η καρένα, το πέτσωμα, οι σκαρμοί, η μολυβένια επένδυση κ.ά., που προσφέρουν ανεκτίμητες πληροφορίες σχετικές με τη ναυπηγική κατά την αρχαιότητα.
Αντικείμενα που ανεβρέθηκαν
Από ότι φαίνεται το καράβι είχε πλήρωμα τεσσάρων ατόμων λογο του ότι τα σκεύη φαγητού που βρέθηκαν στο αρχαίο ναυάγιο ήταν 4 μικρά πιάτα, 4 ‘κάνθαροι’ για πόση νερού, 4 δοχεία λαδιού και απομεινάρια από 4 ξύλινα κουτάλια. Το καράβι ήταν εμπορικό και όταν βούλιαξε κουβαλούσε 404 οξυπύθμενους αμφορείς (Ροδιακοί και Σαμιακοί), κάποιοι από τους οποίους έφεραν σφραγίδες. Επίσης μετέφερε και 29 μυλόπετρες κατασκευασμένες από Αιγιακό ηφαιστειογενές πέτρωμα (από Κω, Νίσυρο κτλ). Οι πέτρες αυτές πιθανόν να χρησιμοποιήθηκαν σαν σαβούρα. Βρέθηκαν επίσης μολύβδινα βαρίδια για δίχτυα, σωροί μόλυβδου και σιδήρου που χρησιμοποιούνταν για επιδιορθώσεις, ένας ξύλινος κόπανος, οκτώ μύτες ακοντίων, επτά χάλκινα νομίσματα (μόνο δύο ήταν δυνατόν να χρονολογηθούν και ανήκουν στην ελληνιστική περίοδο (το ένα 316 – 301 π. Χ. και το άλλο 306 – 294 π. Χ).
Εκτός απο τα πιό πανω αντικέιμενα βρέθηκαν επίσης υπολείμματα τροφών όπως: 1 κομμάτι σκόρδο, 18 κουκούτσια ελιάς και 14,760 σπόροι σύκου. Μέσα στους αμφορείς βρέθηκαν εξαιρετικά καλά διατηρημένα 10.000 αμύγδαλα που με εργαστηριακή ανάλυση (με τη μέθοδο του «άνθρακα 14») φαίνεται να μαζεύτηκαν το 288± 62 π. Χ. ενώ ύστερα από αναλύσεις της ξυλείας του καραβιού ξέρουμε ότι τα δέντρα είχαν κοπεί γύρω στο 388 π. Χ, δηλαδή 100 χρόνια νωρίτερα.
Κερύνεια ΙΙ
Το 1982 εξαγγέλθηκε από το Ελληνικό Ινστιτούτο Προστασίας Ναυτικής Παράδοσης (Ε.Ι.Π.Ν.Π) η απόφαση να κατασκευαστεί πιστό ομοίωμα του αρχαίου καραβιού της Κερύνειας με στόχο τόσο να διατηρηθεί η ελληνική ναυτική παράδοση, όσο και να μελετηθεί η ναυσιπλοΐα και η ναυπηγική των αρχαίων Ελλήνων. Η ναυπήγηση του «Κερύνεια ΙΙ» κράτησε περίπου 32 μήνες και έγινε με τη βοήθεια του Ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού και με εισφορές του Ναυτικού Ομίλου Κερύνειας και ιδιωτών από Ελλάδα και Κύπρο. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1986 το «Κερύνεια ΙΙ» μαζί με τετραμελές εναλλασσόμενο πλήρωμα σάλπαρε από τον Πειραιά για την Κύπρο και στις 2 Οκτωβρίου μπήκε πανηγυρικά στο λιμάνι της Πάφου.