Γενικά

Η κατασκευή σιδηροδρομικού δικτύου στην Κύπρο – που ακόμη και στις μέρες μας φαντάζει αδύνατη για τα δεδομένα του νησιού μας – όσο και αν μοιάζει απίστευτο, τον προηγούμενο αιώνα ήταν γεγονός. Ήταν βέβαια χαρακτηριστικό της βρετανικής αποικιοκρατίας και η κατασκευή του χαρακτηρίστηκε ως επανάσταση στην εσωτερική συγκοινωνία. Μέχρι τις πρώτες χρονιές του 20ου αιώνα είχαν ολοκληρωθεί σημαντικά έργα αναφορικά με το σιδηροδρομικό δίκτυο. Από τον Ιανουάριο του 1907 μέχρι τον Αύγουστο του 1908, οι κάτοικοι της περιοχής της Λεμεσού και των Πλατρών πραγματοποιούσαν συλλαλητήρια στα οποία διεκδικούσαν την σιδηροδρομική σύνδεση της Λεμεσού με το ορεινό θέρετρο των Πλατρών, αφού είχαν καταλάβει την ευεργετική του σημασία για την ανάπτυξη της περιοχής σε όλους τους τομείς, μαζί και στον τουρισμό.

Η αντιμετώπιση του κόσμου

Βέβαια ο κόσμος και ειδικά οι Κύπριοι άργησαν πολύ να συμφιλιωθούν με το συγκεκριμένο μεταφορικό μέσο. Προτιμούσαν να διακινούνται με τις παραδοσιακές μεθόδους που αν και βραδυκίνητες, ήταν φτηνότερες. Έτσι, για τους περισσότερους Κύπριους, το τρένο δεν ήταν παρά ένα θέαμα, το οποίο απολάμβαναν να παρακολουθούν να διασχίζει τις πόλεις και τα χωριά.

Σύμφωνα με το βιβλίο Το παλιό Βαρώσι: Εικόνες μιας εποχής της κ. Α. Μιχαηλίδη, «Παρόλες τις ευκολίες που πρόσφερε το νέο μέσο, άργησε πολύ ο Κύπριος να συμφιλιωθεί μ’ αυτό. Πολύ φυσική εξάλλου η αντίδραση του κόσμου. Για πρώτη φορά έβλεπαν να κινείται ένα όχημα μόνο του, χωρίς να το σέρνουν ζώα. Στη θέση των ζώων είδαν μια μηχανή σαν τέρας της αποκαλύψεως, που έτρωγε συνεχώς μαύρο κάρβουνο κι έβγαζε γκρίζους καπνούς από τα ρουθούνια του και μούγκριζε διαρκώς».

Η αντιμετώπιση των τουριστών

Αντίθετα με τους Κύπριους, οι τουρίστες που έφταναν στην Κύπρο από το εξωτερικό, προτιμούσαν να μεταβαίνουν στον προορισμό τους με το τρένο, το οποίο γι’ αυτούς ήταν ο συνηθισμένος και εύκολος τρόπος διακίνησης. Βέβαια, στις μαρτυρίες τους διαφαίνεται ότι ο κυπριακός σιδηρόδρομος δεν ήταν στο ίδιο επίπεδο με αυτόν της Ευρώπης.

«Το κυπριακό τρένο είναι μια μινιατούρα, μικρού εύρους τροχιάς με ξύλινα βαγόνια που κατασκευάστηκαν προφανώς για να ικανοποιούν την ανάγκη των επιβατών να ταξιδεύουν με διάφορα ζώα που ήθελαν να πάρουν μαζί τους. Δεν υπήρχε αρκετός χώρος για να χαλαρώσεις σ’ ένα βαγόνι. Υπήρχε συνωστισμός και τα πόδια του απέναντι επιβάτη έσπρωχναν τα δικά σου», σχολίασε ευρωπαίος ταξιδιώτης.

Η δε περιηγήτρια Etheldred M. Allen γράφει ότι «Ο σιδηρόδρομος δεν έμοιαζε με εκείνα τα κεραυνοβόλα, αδυσώπητα τέρατα που βογκούν και τρέχουν διασχίζοντας την Ευρώπη, αλλά είναι απλώς μια μικρή, απαλά συρόμενη αμαξοστοιχία που μας μεταφέρει ήσυχα στον προορισμό μας. Υπήρχε μια όμορφη απουσία βιασύνης και θορύβου που βλέπαμε να απλώνεται έξω όμορφα[…]».

Μεταφορικές υπηρεσίες

Στους κύριους σταθμούς των τραίνων υπήρχαν ανεξάρτητες μεταφορικές υπηρεσίες όπως ήταν οι άμαξες, τα κάρα και τα μουλάρια. Και αυτό γιατί εξαρχής η χάραξη του σιδηροδρόμου ήταν αδύνατο να εξυπηρετήσει την κάθε πόλη αλλά και το κάθε χωριό των περιοχών που διέσχιζε. Σταδιακά, η σιδηροδρομική υπηρεσία αναγκάστηκε να εγκαταστήσει δικές τις υπηρεσίες για τη μεταφορά των επιβατών που αποτελούνταν από ένα στόλο λεωφορείων και φορτηγών αυτοκινήτων, καθώς επίσης και από δεκαεπτά οχήματα μάρκας Fort.

Μεταφορά στο Τροόδος

Όσον αφορά στη μετάβαση στο Τρόοδος και στα διάφορα ξενοδοχεία – για τις πρώτες κυρίως δεκαετίες του 20ου αιώνα όπου το αυτοκίνητο δεν ήταν και τόσο διαδεδομένο – συγκεκριμένες εταιρείες μηχανοκίνητων πραγματοποιούσαν δρομολόγια από τους σταθμούς του τραίνου προς τα ορεινά, κατόπιν συμφωνίας με τον Γενικό Διευθυντή του σιδηροδρόμου.

Πηγές

‘Βερεγγάρια, Το Ξενοδοχείο των Βασιλιάδων’. Εκδόσεις iWrite. 2010