Αλουπόβηχχας

Αναθεώρηση ως προς 19:13, 5 Μαρτίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αλουπόβηχχας (ο) |etymologia= |simasiologia= βραχνός και δυνατός βήχας (σαν φωνή αλεπούς),...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Αλουπόβηχχας (ο)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

βραχνός και δυνατός βήχας (σαν φωνή αλεπούς), ο κοκκύτης.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Ουσιαστικό

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου