Αμματίζω

Αναθεώρηση ως προς 19:19, 5 Μαρτίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αμματίζω |etymologia= |simasiologia= εμβολιάζω |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολογ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Αμματίζω

Ετυμολογία

Σημασιολογία

εμβολιάζω

Παραδείγματα

«Είπαν μας να αμματιστούμεν για τ' ακούστηκεν θανατικόν» «Τούτον το αμμάτισμαν που κάμνει ο μάος εν άφταστον»

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

«αμμάτισμαν», το= ο εμβολιασμός

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου