Ανεβασιά

Αναθεώρηση ως προς 19:32, 15 Μαρτίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ανεβασιά (η) |etymologia= |simasiologia= η ανάβαση του αίματος δηλ. δύσπνοια, στενοχωρία |p...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Ανεβασιά (η)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

η ανάβαση του αίματος δηλ. δύσπνοια, στενοχωρία

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

ανασύρνω

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου