Αφκιόνιν

Αναθεώρηση ως προς 20:29, 23 Μαρτίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αφκιόνιν (το) |etymologia= |simasiologia= το όπιο |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== από το Τουρκ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Αφκιόνιν (το)

Ετυμολογία

από το Τουρκικό afyon

Σημασιολογία

το όπιο

Παραδείγματα

Σε μεγάλη δόση = το δηλητήριον.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

αθκιούνιν

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου