Αφκιόνιν
Αφκιόνιν (το) |
---|
Ετυμολογία
από το Τουρκικό afyon
Σημασιολογία
το όπιο
Παραδείγματα
Σε μεγάλη δόση = το δηλητήριον.
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
αθκιούνιν
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου