Βαρύκουφος

Αναθεώρηση ως προς 19:35, 26 Μαρτίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βαρύκουφος, (ο) |etymologia= |simasiologia= ο βαρήκοος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== Από το «...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Βαρύκουφος, (ο)

Ετυμολογία

Από το «βαρύς» + «κωφός»

Σημασιολογία

ο βαρήκοος

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου