Βαρυπνάς

Αναθεώρηση ως προς 19:40, 26 Μαρτίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βαρυπνάς, (ο) |etymologia= |simasiologia= εφιάλτης, ο βραχνάς, κακή δύναμη η οποία πλακώνει...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Βαρυπνάς, (ο)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

εφιάλτης, ο βραχνάς, κακή δύναμη η οποία πλακώνει το στήθος αυτού που κοιμάται και προκαλεί δύσπνοια

Παραδείγματα

«Ετσίλλισεν με ο βαρυπνάς», φρ. = είδα εφιάλτη. Ο Ρηγάτος αναφέρει ότι ο βαρυπνάς πιθανό να είναι εκδήλωση καρδιακής πάθησης, γαστρικού φόρτου ή υπνικής άπνοιας.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου