Βατεμένη

Αναθεώρηση ως προς 18:50, 29 Μαρτίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βατεμένη, (η) |etymologia= |simasiologia= αυτή που είναι συνέχεια έγκυος. |proelefsi= }} __TOC__ ==Ε...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Βατεμένη, (η)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

αυτή που είναι συνέχεια έγκυος.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου