Βυζάστρα

Αναθεώρηση ως προς 20:25, 1 Απριλίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βυζάστρα, (η) |etymologia= |simasiologia= γαγγραινώδης μαστίτιδα. Ακόμα και αυτή που θυλάζ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Βυζάστρα, (η)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

γαγγραινώδης μαστίτιδα. Ακόμα και αυτή που θυλάζει ξένο μωρό επί πληρωμή (νταντά).

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου