Βυζοτουλουππαναγιώννω

Αναθεώρηση ως προς 20:28, 1 Απριλίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βυζοτουλουππαναγιώννω |etymologia= |simasiologia= μεγαλώνω το βρέφος (αναγιώννω), το βυζ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Βυζοτουλουππαναγιώννω

Ετυμολογία

Σημασιολογία

μεγαλώνω το βρέφος (αναγιώννω), το βυζάννω και το τουλουπίζω

Παραδείγματα

«Εν η μάνα μου που με βυζοτουλουππανάγιωσεν»

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου