Γαρυλλομμάτης

Αναθεώρηση ως προς 19:14, 18 Απριλίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Γαρυλλομμάτης (ο) |etymologia= |simasiologia=αυτός που έχει γαρισούρα. |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Γαρυλλομμάτης (ο)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

αυτός που έχει γαρισούρα.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου