Γαρύλλα

Αναθεώρηση ως προς 19:17, 18 Απριλίου 2018 από τον Georgiashiaelou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Γαρύλλα (η) |etymologia= |simasiologia=ακαθαρσία των οφθαλμών, τσίμπλα. |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Γαρύλλα (η)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

ακαθαρσία των οφθαλμών, τσίμπλα.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου