Δρολύτζιν

Αναθεώρηση ως προς 10:31, 27 Απριλίου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Δρολύτζιν (το) |etymologia=από το «υδρόλυκος» |simasiologia=φαρμάκι, δηλητήριο, επίσης κα...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Δρολύτζιν (το)

Ετυμολογία

από το «υδρόλυκος»

Σημασιολογία

φαρμάκι, δηλητήριο, επίσης και το πυκτό πύο (υδρόλωψ) που τρέχει από την πληγή

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).