Καραττίνα

Αναθεώρηση ως προς 10:35, 2 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καραττίνα (η) |etymologia= από το Ιταλ. Quarantine |simasiologia= λοιμοκαθαρτήριο, ιατρική απομ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Καραττίνα (η)

Ετυμολογία

από το Ιταλ. Quarantine

Σημασιολογία

λοιμοκαθαρτήριο, ιατρική απομόνωση για αποφυγή επιδημίας

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).