Μορισούρα

Αναθεώρηση ως προς 09:47, 4 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Μορισούρα (η) |etymologia= |simasiologia= υπνηλία, νάρκωση, ζάλη |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογί...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μορισούρα (η)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

υπνηλία, νάρκωση, ζάλη

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

μώριση= πονοκέφαλος

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).