Μοροκοττώ

Αναθεώρηση ως προς 09:48, 4 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Μοροκοττώ |etymologia= |simasiologia= κάμπτω το κεφάλι από τη νύστα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμο...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μοροκοττώ

Ετυμολογία

Σημασιολογία

κάμπτω το κεφάλι από τη νύστα

Παραδείγματα

Όταν νυστάζω πολύ, αφήνω να μου πέσει απότομα η κεφαλή που με κάνει να ξυπνήσω απότομα και να ξαναρχίσω το ίδιο

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).