Μυρόπαννον

Αναθεώρηση ως προς 10:13, 4 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Μυρόπαννον (το) |etymologia= |simasiologia= το σάβανο του νεκρού ή το ρούχο που τύλιγαν το...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μυρόπαννον (το)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

το σάβανο του νεκρού ή το ρούχο που τύλιγαν το νεογέννητο (συμβολισμός γέννας-θανάτου).

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Μίζαρον

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).