Ξιδκιάζουμαι

Αναθεώρηση ως προς 08:15, 7 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ξιδκιάζουμαι |etymologia= |simasiologia= έχω ξινίλες του στομάχου |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Ξιδκιάζουμαι

Ετυμολογία

Σημασιολογία

έχω ξινίλες του στομάχου

Παραδείγματα

Θεραπεία ξιδκιατού σε έγκυο ήταν να τρώει χώμα από τον πλιθαρένιο τοίχο του σπιτιού

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

ξιδκιατός (ο) = η ξινίλα, αναγούλα

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).