Πελλετώ

Αναθεώρηση ως προς 10:30, 7 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πελλετώ |etymologia= |simasiologia= εξετάζω, κοιτάζω τον ασθενή |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογί...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Πελλετώ

Ετυμολογία

Σημασιολογία

εξετάζω, κοιτάζω τον ασθενή

Παραδείγματα

«Επελλέτησε με ο γιατρός καλά-καλά»

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Ασκοπώ

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).