Πικώλιν

Αναθεώρηση ως προς 11:24, 7 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πικώλιν (το) |etymologia=από το «επί» + «κώλος» |simasiologia= η πάννα που βάζουν στα πισινά...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Πικώλιν (το)

Ετυμολογία

από το «επί» + «κώλος»

Σημασιολογία

η πάννα που βάζουν στα πισινά του βρέφους, το σπάργανον

Παραδείγματα

Μετά από αυτό βάζαν δεύτερη ή και τρίτη πάννα, και μετά το καθαυτό σπάργανο. Το πρώτο πικώλι το ρίχναν στο σταυροδρόμι του χωριού για γούρι.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).