Πρήσμαν

Αναθεώρηση ως προς 11:00, 10 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πρήσμαν (το) |etymologia= |simasiologia= πρήξιμο, φλεγμονή, οίδημα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Πρήσμαν (το)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

πρήξιμο, φλεγμονή, οίδημα

Παραδείγματα

Θεραπεία: Κρεμμύδια κουπανιστά με άλας, κάνε έμπλαστρον με κουρούκλα και βάλε το στο οίδημα. «Αρκή βροσ̌ής ο άνεμος τζ̌αι του θανάτου πρίσμαν». φρ. (όπως ο άνεμος προηγείται της βροχής, έτσι και το πρίσμα –από κακή κυκλοφορία- προηγείται του θανάτου). «Η τζ̌οιλιά σου να πριστεί τζ̌αι να γίνει ταούλλιν» (να πάθεις ασκήτιδα π.χ. από αρρώστεια του συκωτιού – Κυπριακή Κατάρα)

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Κόστωμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).