Συνήθεια

Αναθεώρηση ως προς 10:39, 14 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Συνήθεια () |etymologia= |simasiologia= (της γυναίκας), η περίοδος, τα έμμηνα |proelefsi= }} __TOC__ =...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Συνήθεια ()

Ετυμολογία

Σημασιολογία

(της γυναίκας), η περίοδος, τα έμμηνα

Παραδείγματα

«Εκρατηθήκαν τα συνήθεια της», φρ. = σταμάτησε να βλέπει περίοδο (λέγεται κυρίως για νέα γυναίκα, όχι στην εμμηνόπαυση, ούτε για την έγκυο)

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).