Τριχοφάος

Αναθεώρηση ως προς 12:06, 14 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Τριχοφάος () |etymologia= |simasiologia= αλωπεκία, η κατά τόπους φαλάκρα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετ...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Τριχοφάος ()

Ετυμολογία

Σημασιολογία

αλωπεκία, η κατά τόπους φαλάκρα

Παραδείγματα

Μια θεραπεία είναι να πλένεις τα μαλλιά με πετρέλαιο. Άλλη: ψήνεις κουρκουτά πάνω σε κεραμίδι, η στάκτη του να γίνει σκόνη, αναμιγμένη με δαφνέλαιο και μπαρούτι και αλείφεται στη φαλακρή περιοχή.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).