Φακκοποδκιά

Αναθεώρηση ως προς 07:11, 15 Μαΐου 2018 από τον Eleni Krekou (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Φακκοποδκιά (η) |etymologia= |simasiologia= εκείνη της οποίας «φακκούν» (συγκρούονται) τα π...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Φακκοποδκιά (η)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

εκείνη της οποίας «φακκούν» (συγκρούονται) τα πόδια της, δηλ. άτομο με στρεβλά πόδια, ίσως λόγω ραχιτισμού

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).