Γλωσσόδημμαν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

μ
Greeklish variables name replaced
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ (Greeklish variables name replaced)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Γλωσσόδημμαν (το)
   |acronym= Γλωσσόδημμαν (το)
   |etymologia=
   |etymology_gr=
   |simasiologia= η ανικανότητα να μιλήσει κάποιος, όταν η γλώσσα είναι «δημμένη».
   |semantics_gr= η ανικανότητα να μιλήσει κάποιος, όταν η γλώσσα είναι «δημμένη».
   |proelefsi=
   |priority_gr=
}}
}}


3.467

επεξεργασίες