Μουδουρκασμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

μ
Greeklish variables name replaced
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Μουδουρκασμένος (ο) |etymologia=από το «μουδούρι» = φουσκωμένος ασκός |simasiologia= πρησμ...')
 
μ (Greeklish variables name replaced)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Μουδουρκασμένος (ο)
   |acronym=Μουδουρκασμένος (ο)
   |etymologia=από το «μουδούρι» = φουσκωμένος ασκός
   |etymology_gr=από το «μουδούρι» = φουσκωμένος ασκός
   |simasiologia= πρησμένος, φουσκωμένος
   |semantics_gr= πρησμένος, φουσκωμένος
   |proelefsi=
   |priority_gr=
}}
}}


3.467

επεξεργασίες