3.467
επεξεργασίες
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Δκιασιέλισμαν (το) |etymologia= |simasiologia= όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχε...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
(3 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Δκιασιέλισμαν (το) | |acronym= Δκιασιέλισμαν (το) | ||
| | |etymology= | ||
| | |semantics= όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της ([[Άτσαλη]]) δρασκελίσει ένα μωρό, και επιφέρει χρόνια αρρώστια του μωρού | ||
| | |origin= | ||
}} | }} | ||
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== | ||
όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της ([Άτσαλη]) δρασκελίσει ένα μωρό, και επιφέρει χρόνια αρρώστια του μωρού | όταν γυναίκα (ή άλλο θηλυκό ζώο) η οποία έχει τα έμμηνά της ([[Άτσαλη]]) δρασκελίσει ένα μωρό, και επιφέρει χρόνια αρρώστια του μωρού | ||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== |
επεξεργασίες