Σουννέττιν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

καμία σύνοψη επεξεργασίας
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σουννέττιν (το) |etymologia= από το τουρκ. «sunnet» |simasiologia= η περιτομή, η αποκοπή δέρματ...')
 
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 21: Γραμμή 21:


==Συγγενικές Λέξεις==
==Συγγενικές Λέξεις==
σουννεττής, ο = αυτός που κάνει την περιτομή
σουννεττής (ο) = αυτός που κάνει την περιτομή


==Συνώνυμα==
==Συνώνυμα==
1.384

επεξεργασίες