Σ̌σ̌υλλόγαμος

Σ̌σ̌υλλόγαμος (ο)
Σημασιολογία η ολονύκτια τελετή/διασκέδαση με χορό που διοργανώνανε σαν θεραπεία από τη λύσσα. Άρχιζε τη νύκτα της 39ης προς την 40ην μέρας μετά από το δάγκωμα, και ο ασθενής δεν έπρεπε να κοιμηθεί καθόλου

Ετυμολογία

Σημασιολογία

η ολονύκτια τελετή/διασκέδαση με χορό που διοργανώνανε σαν θεραπεία από τη λύσσα. Άρχιζε τη νύκτα της 39ης προς την 40ην μέρας μετά από το δάγκωμα, και ο ασθενής δεν έπρεπε να κοιμηθεί καθόλου

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).