User contributions for Eleni Krekou

Jump to navigation Jump to search
Search for contributionsExpandCollapse
⧼contribs-top⧽
⧼contribs-date⧽
(newest | oldest) View ( | ) (20 | 50 | 100 | 250 | 500)

3 May 2018

  • 08:1108:11, 3 May 2018 diff hist +1,379 N ΚογκώΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κογκώ |etymologia= από το αρχ. «κωκύω»= φωνάζω κλαίοντας |simasiologia= βογγώ |proelefsi= }} __TOC...'
  • 08:1008:10, 3 May 2018 diff hist +964 N ΚόγγλοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κόγγλος (ο) |etymologia= |simasiologia= άρθρωση, η εξόγκωση στις αρθρώσεις |proelefsi= }} __TOC__ ==...'
  • 08:0908:09, 3 May 2018 diff hist +884 N ΚνισμάραΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κνισμάρα (η) |etymologia= |simasiologia= φαγούρα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολογ...'
  • 08:0808:08, 3 May 2018 diff hist +968 N ΚνήθωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κνήθω |etymologia= |simasiologia= ξύνω ερεθισμένο μέρος του δέρματος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμ...'
  • 08:0608:06, 3 May 2018 diff hist +1,057 N ΚλώννωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κλώννω |etymologia= |simasiologia= προκαλώ απόφραξη |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασι...'
  • 08:0408:04, 3 May 2018 diff hist +913 N ΚλυστήρινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κλυστήριν (το) |etymologia= |simasiologia= συσκευή για κλύσμα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία==...'
  • 08:0308:03, 3 May 2018 diff hist +1,041 N ΚλιναρκάΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κλιναρκά (η) |etymologia=από το «κλίνη» |simasiologia= η άρρωστη που μένει στο κρεβάτι κλι...'
  • 08:0208:02, 3 May 2018 diff hist +1,023 N ΚλιθθαρκάΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κλιθθαρκά (η) |etymologia= |simasiologia= κριθαράκι οφθαλμού, σπυρί στο βλέφαρο |proelefsi= }} __...'
  • 08:0008:00, 3 May 2018 diff hist +966 N ΚλειδοστόμιασμανΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κλειδοστόμιασμαν |etymologia= |simasiologia= η αφασία, νέκρωση και βουβαμάρα |proelefsi= }} __TO...'
  • 07:5907:59, 3 May 2018 diff hist +960 N ΚλάππαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κλάππα (η) |etymologia= |simasiologia= περιοχή κοντά ή κάτω από το γόνατο |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετ...'
  • 07:5807:58, 3 May 2018 diff hist +1,118 N ΚλαννοκοπώΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κλαννοκοπώ |etymologia= |simasiologia= κλάννω συνέχει χωρίς διακοπή, από αεροφαγία ή άλλε...'
  • 07:5607:56, 3 May 2018 diff hist +1,307 N ΚλανιάρηςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κλανιάρης (ο) |etymologia=από το αρχαίο «κλάω» = σπάζω |simasiologia=αυτός που κλάνει συχν...'
  • 07:5207:52, 3 May 2018 diff hist +1,247 N ΚκότσινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κκότσιν (το) |etymologia=από το αρχαίο «κόττος» |simasiologia= αστράγαλος |proelefsi= }} __TOC__ ==...'
  • 07:5007:50, 3 May 2018 diff hist +883 N ΚκεφίζηςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κκεφίζης (ο) |etymologia= |simasiologia= ο αδιάθετος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασι...'
  • 07:5007:50, 3 May 2018 diff hist +1,657 N ΚκέληςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κκέλης (ο) |etymologia= |simasiologia=φαλακρός, η αλωπεκία, επίσης και ο λεπρός, ο φιλάσθενο...'
  • 07:4707:47, 3 May 2018 diff hist +929 N ΚκελλέΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κκελλέ (η) |etymologia=από το αρχ. «κεβλή» |simasiologia= κεφαλή |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογί...'
  • 07:4607:46, 3 May 2018 diff hist +1,117 N Κκέλιντζ̌ικινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κκέλιντζ̌ικιν (το) |etymologia= |simasiologia= στρεβλωμένος λαιμός, torticollis, επίσης και η πα...'
  • 07:4507:45, 3 May 2018 diff hist +939 N ΚκελεφόςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κκελεφός () |etymologia= |simasiologia= ο αδύνατος, ασθενικός |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία==...'
  • 07:4407:44, 3 May 2018 diff hist +1,080 N ΚινητικόΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κινητικό (το) |etymologia= |simasiologia= φάρμακο για θεραπεία δυσκοιλιότητας, βοηθά να κι...'
  • 07:4307:43, 3 May 2018 diff hist +1,287 N ΚίνησηΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κίνηση (η) |etymologia= |simasiologia= η διάρροια |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολογ...'
  • 07:4107:41, 3 May 2018 diff hist +1,059 N ΚίλληςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κίλλης (ο) |etymologia=από το «κίλλος» = λεπτός αστράγαλος όνου |simasiologia= αδύνατος, μι...'
  • 07:3907:39, 3 May 2018 diff hist +1,019 N ΚιλιτίκκινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κιλιτίκκιν (το) |etymologia=από το τουρκικό «gelincik» |simasiologia= παραμορφωτική αρθρίτιδα...'
  • 07:3807:38, 3 May 2018 diff hist +886 N ΚεφαλαρκάΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κεφαλαρκά (η) |etymologia= |simasiologia= κεφαλόπονος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασ...'
  • 07:3707:37, 3 May 2018 diff hist +946 N ΚαψιδόμματοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καψιδόμματος (ο) |etymologia= |simasiologia= αυτός που έχει ξηροφθαλμία |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετ...'
  • 07:3507:35, 3 May 2018 diff hist +1,118 N ΚαψίδινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καψίδιν (το) |etymologia= |simasiologia= ασθένεια των ματιών, όταν τα μάτια φαίνοναι καυμέν...'
  • 07:2807:28, 3 May 2018 diff hist +1,089 N ΚαχαχρονικήΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καχαχρονική (η) |etymologia= από το «κάθε» + «χρόνος» |simasiologia= γυναίκα που είναι έγκυ...'
  • 07:2607:26, 3 May 2018 diff hist +939 N ΚαφουράΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καφουρά (η) |etymologia= απο το camfora officinarum |simasiologia= η κάμφορα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολ...'
  • 07:2407:24, 3 May 2018 diff hist +5 ΖάμπαNo edit summary

2 May 2018

  • 13:1413:14, 2 May 2018 diff hist +871 N ΚαυλώνωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καυλώνω |etymologia= |simasiologia= έχω στύση |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολογ...'
  • 13:1213:12, 2 May 2018 diff hist +1,000 N ΚαυλόσπυραΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καυλόσπυρα (τα) |etymologia= |simasiologia= η ακμή, σπυριά στο πρόσωπο του έφηβου (ο οποίος...'
  • 13:1113:11, 2 May 2018 diff hist +938 N ΚαυλονούριΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καυλονούρι (το) |etymologia= |simasiologia= ο κόκκυξ, το ιερόν οστούν |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμ...'
  • 13:1013:10, 2 May 2018 diff hist +930 N ΚαυλομαχώΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καυλομαχώ |etymologia= |simasiologia= έχω ασυγκράτητο οργασμό |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογ...'
  • 13:0913:09, 2 May 2018 diff hist +921 N ΚαυκαρωμένοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καυκαρωμένος |etymologia= |simasiologia=ο πνιγμένος στο νερό |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογί...'
  • 13:0813:08, 2 May 2018 diff hist +1,058 N ΚαττοβύζαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καττοβύζα (η) |etymologia= |simasiologia= γυναίκα με πολύ μικρό στήθος, με μαστό μικρό όπω...'
  • 13:0713:07, 2 May 2018 diff hist +978 N ΚατσουρώννωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατσουρώννω |etymologia= |simasiologia= κυρτώνω από τα γηρατειά, καμπουριάζω |proelefsi= }} __...'
  • 13:0613:06, 2 May 2018 diff hist +921 N ΚατσουρπισμένοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κατσουρπισμένος (ο) |etymologia= |simasiologia= ο γρατσουνισμένος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολο...'
  • 13:0513:05, 2 May 2018 diff hist +1,031 N ΚατσαρολοώΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατσαρολοώ |etymologia= |simasiologia= μαζεύω κάτσαρα, ξυλαράκια για προετοιμασία γητε...'
  • 13:0513:05, 2 May 2018 diff hist +902 N ΚατραπατσιάΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατραπατσιά (η) |etymologia= |simasiologia= σοβαρό ατύχημα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==...'
  • 13:0113:01, 2 May 2018 diff hist +944 N ΚάτουρονΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κάτουρον (το) |etymologia= |simasiologia= τα ούρα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολ...'
  • 12:5912:59, 2 May 2018 diff hist +1,097 N ΚατουροκαβλιάΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κατουροκαβλιά (η) |etymologia= |simasiologia= η εωθινή (πολύ πρωϊνή) στύση του άνδρα όταν σ...'
  • 12:5812:58, 2 May 2018 diff hist +1,088 N ΚατουρκόνΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κατουρκόν (το) |etymologia= |simasiologia= η πολυουρία, σε διαβήτη ή από άλλη ασθένεια, ή απ...'
  • 12:5712:57, 2 May 2018 diff hist +970 N ΚατουρίστραΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατουρίστρα (η) |etymologia= |simasiologia= η ουροδόχος κύστη, ή και η ουρήθρα |proelefsi= }} __TO...'
  • 12:5612:56, 2 May 2018 diff hist +1,409 N Κατεβασ̌ιάΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κατεβασ̌ιά (η) |etymologia= |simasiologia= ισχυρή νευραλγία του τριδύμου νεύρου στο πρόσω...'
  • 12:5512:55, 2 May 2018 diff hist +929 N ΚατατσαφαλλώννωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατατσαφαλλώννω |etymologia= |simasiologia= τραυματίζω, μωλωπίζω |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμο...'
  • 12:5412:54, 2 May 2018 diff hist +1,262 N Κατάτζ̌ειτοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατάτζ̌ειτος (ο) |etymologia= |simasiologia= αυτός που μένει στο στρώμα για αρκετό καιρό,...'
  • 12:5312:53, 2 May 2018 diff hist +1,018 N ΚαταστάμενοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καταστάμενος (ο) |etymologia= |simasiologia= ο μεσήλικας/ηλικιωμένος, επίσης και «ψημένος...'
  • 12:5112:51, 2 May 2018 diff hist +1,294 N ΚαταραμένονΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καταραμένον (το) |etymologia= |simasiologia= σοβαρή επιδημία, πανώλη ή χολέρα |proelefsi= }} __TO...'
  • 12:4912:49, 2 May 2018 diff hist +890 N ΚαταπιννήνΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καταπιννήν (το) |etymologia= |simasiologia= ο οισοφάγος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημ...'
  • 12:4812:48, 2 May 2018 diff hist +919 N ΚαταπιννάςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καταπιννάς (o) |etymologia= |simasiologia= ο λάρυγγας, ο λαιμός |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία...'
  • 12:4712:47, 2 May 2018 diff hist +1,034 N ΚατάνοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατάνος (ο) |etymologia= |simasiologia=αυτός που έχει σώμα μη συμμετρικό, ψηλός και οστεώδ...'
(newest | oldest) View ( | ) (20 | 50 | 100 | 250 | 500)